Είναι 2 όργανα διαστάσεων περίπου 3cm (με αλλαγές σύμφωνα με την ηλικία) τα οποία βρίσκονται δεξιά και αριστερά της μήτρας, συνδεδεμένα με τη σάλπιγγα.Οι λειτουργίες τους είναι 2: παράγουν γυναικείες σεξουαλικές ορμόνες και ωάρια, γυναικεία αναπαραγωγικά κύτταρα…
Κάθε μήνα, όταν η γυναίκα είναι γόνιμη και όχι σε κατάσταση εγκυμοσύνης, οι ωοθήκες παράγουν ένα ωάριο που κινείται προς τη μήτρα για να γονιμοποιηθεί. Ο καρκίνος της ωοθήκης προέρχεται από τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των κυττάρων του οργάνου, τις περισσότερες φορές ξεκινώντας από τα επιθηλιακά κύτταρα (δεν παράγουν ωάρια). Και τα κύτταρα τα εμβρυϊκά μπορούν να παράγουν μορφές καρκίνου.
ΠΟΣΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΔΕΔΟΜΕΝΟ
Στην Ιταλία ο καρκίνος της ωοθήκης προσβάλει 4000 γυναίκες το χρόνο. Βρίσκεται στην 9η θέση συγκριτικά με τις άλλες μορφές καρκίνου και αποτελεί το 2,9% των διαγνώσεων καρκίνου. Είναι πιο συχνή στους καυκάσιους, στους βορειοευρωπαίους και στις USA, ενώ είναι λιγότερο συχνοί στις ασιατικές, και νοτιοανατολικές χώρες.
ΠΟΙΟΣ ΒΡΙΣΚETΑΙ ΣE ΚΙΝΔΥΝΟ
‘Eνας από τους παράγοντες κινδύνου του καρκίνου της ωοθήκης όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των περιπτώσεων αναγνωρίζετε μετά από την είσοδο στην εμμηνόπαυση ,μεταξύ της 5η και 6η δεκαετίας της ζωής ,με επίμαχες ηλικίες μεταξύ 50/69 ετών. Άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι το μήκος της περιόδου δηλαδή της πρώτης πρόωρης κύκλου, η αργή εμμηνόπαυσης και το να μην έχεις παιδιά.Tο να έχεις πολλά παιδιά, ο θηλασμός η και μακρόχρονη χρήση αντισυλληπτικών ,μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνιση καρκίνου της ωοθήκης οπότε αποτελούν προστατευτικούς παράγοντες . Υπάρχει όμως ένας άλλος παράγοντας κινδύνου και αuτός αφορά συγκεκριμένες γονιδιακές μεταλλάξεις. Σύμφωνα με μια έρευνα tου NATIΟNAL CANCER INSTITUTE μια αναλογία μεταξύ 7-10% όλων των περιπτώσεων είναι το αποτέλεσμα μιας γενετικής αλλοίωσης που μεταδίδεται στις επόμενες γενιές. Eν παρουσίας γενετικών ελαττωμάτων δηλαδή μεταλλάξεων tων γονιδίων ΒRCA1 k‘ ΒRCA2 μπορεί να παρουσιάσει ταυτόχρονα ή σε διαφορετικούς χρόνους και καρκίνωμα του μαστού. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο καρκίνος στις ωοθήκες εμφανίζεται σε μια ηλικία πιο νεαρή συγκριτικά με εκεί που δεν συνδέεται σε γενετικές μεταλλάξεις . Yυπενθυμίζεται επίσης ότι η ύπαρξης στην οικογένεια του καρκίνου της ωοθήκης δεν δίνει την σιγουριά ότι αuτός θα ξαναπαρουσιαστεί σε όλες τις συγγενείς μόνο που οι τελευταίες έχουν μια μεγαλύτερη πιθανότητα κινδύνου συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Στις περιπτώσεις που ανήκουν σε οικογένειες με υψηλή παρουσία καρκίνου της ωοθήκης και καρκινώματος του μαστού μπορεί να αποδεικτή χρήσιμη μια γενετική εξέταση που θα καθορίσει τον κίνδυνο του κάθε ατόμου. Στην περίπτωση που το άτομο είναι φορέας μιας γενετικής μετάλλαξης υιοθετείται ένα πρόγραμμα στενής παρακολούθησης με μαστογραφία και υπέρηχο.
ANΑΓΝΩΡΙΣΗ TΟY ΓΕNΕTΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟY
Περίπου μια περίπτωση στις δέκα καρκίνου στις ωοθήκες οφείλεται σε γενετικές αλλοιώσεις .Περισσότερες περιπτώσεις του ίδιου καρκίνου οι οποίοι συνδέονται με την ίδια γενετική μετάλλαξη τόσο στην ωοθήκη όσο και στο μαστό μέσα στην ίδια οικογένεια, μπορούν να μας κάνουν να υποψιαστούμε για μια κληρονομική γενετική μετάλλαξη. Aντίθετα αποτελεί διαφορετική περίπτωση όταν η πάθηση από λανθασμένο στυλ ζωής παρουσιάζεται σε όλη την οικογένεια. Στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί χρήσιμο το να απευθυνθούμε σε κάποιο συμβουλευτικό κέντρο γενετικής ειδικευμένο σε ογκολογικά θέματα.
TΥΠΟΛΟΓΙΕΣ
Aν εξαιρέσουμε τους καλοήθης καρκίνους όπως η κύστη της ωοθήκης,, οι κακοήθης καρκίνοι είναι 3 ειδών:
1) Επιθηλιακοί καρκίνοι
2) Καρκίνοι των εμβρυικών κυττάρων
3) Καρκίνοι του στρώματος
Οι επιθηλιακοί καρκίνοι ,προέρχονται από τα επιθηλιακά κύτταρα που επενδύουν
εσωτερικά τις ωοθήκες. Aυτοί αποτελούν περισσότερο από το 90% των κακοηθών νεοπλασιών της ωοθήκης.
Οι καρκίνοι των εμβρυικών κυττάρων δημιουργούνται από τα εμβρυικά κύτταρα τα οποία με της σειρά τους σχηματίζουν τα ωάρια. Στο σύνολο τους αποτελούν το 5% περίπου των κακοηθών καρκίνων της ωοθήκης.Θεωρούνται αποκλειστικοί της νεανικής ηλικίας( παιδική, εφηβική)και διαχωρίζονται από τούς υπόλοιπους κακοήθης καρκίνούς της ωοθήκης διότι παράγουν καρκινικούς markers οι οποίοι μπορούν να εντοπιστούν στο αίµα, όπως για παράδειγµα η α-πρωτεϊνη ή χωριονική γοναδοτροπίνη διαφορετικές από εκείνες πού παράγονται από καρκίνούς επιθηλιακής προέλευσης.
0ι καρκίνοι τού στρώµατος δηµιούργούνται από τον συνδετικό ιστό της ωοθήκης, Στη θεωρία αποτελούν µια οµάδα πού µπορεί να διαγνωσθεί εύκολα διότι στην κοινή συµπτωµατολογία όλων των καρκίνων της ωοθήκης, ενώνουν ορµονικά φαινόµενα, δηλαδή υπερβολική παραγωγή ορµονών και ανδρικών και γυναικείων, διότι µέρος τών κυττάρων είναι σε θέση να παράγει τεστοστερόνη. Tο µεγαλύτερο µέρος αυτών των καρκίνων χαρακτηρίζεται από χαµηλή κακοήθεια. Στο σύνολό τούς αποτελούν το 4% των κακοηθών νεοπλασιών της ωοθήκης.
ΣΥΜΠTΩΜΑΤΑ
o καρκίνος της ωοθήκης δεν παρούσιάζει συµπτώµατα στα αρχικά στάδια µόνο όταν οι διαστάσεις τού είναι σε κριτικά επίπεδα µπορεί να δώσει τα εξής:
1 )µια διόγκωση στο κάτω µέρος της κοιλίας
2)µια αίσθηση βαρους ή πίεσης
3)εvα διευρύµένο πόνο µεταξύ κοιλίας και πυέλού.
4)αλλαγές στην κινητικότητα του εντέρού
Γ ι αυτό το λόγο είναι δύσκολη η πρόωρη εντόπισή τού
ΠΡOΛΗΨΗ
Δεν ύπάρχουν µέχρι στιγµής προγράµµατα screening πού να θεωρούνται επιστηµονικά αξιόπιστα για την πρόληψη τού καρκίνου της ωοθήκης.
Παρόλο αυτά µερικές µελέτες έδειξαν ότι µια ετήσια επίσκεψη στον γυναικολόγο ο οποίος πραγµατοποιεί ψηλάφηση της ωοθήκης και µε τα δυο χέρια καθώς και διακολπικό υπέρηχο, µπορεί να διευκολύνει την πρόωρη διάγνωση. Μερικές µελέτες προσπάθησαν να χρησιµοποιήσουν εvα πρόγραµµα screening σε υγιή άτοµα κάνοντας χρήση ενός marker πού υπάρχει στο αίµα CΑ 125 ο οποίος όµως µέχρι στιγµής δεν µπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστος διότι είναι λίγο εξειδικευµένος. Αύτός ο δείκτης είναι πολύ χρήσιµος στο να δείξει µια πιθανή επιπλοκή της ασθέvειας σε άτοµα πού είχαν προηγούµένως χτυπηθεί από καρκίνο της ωοθήκης.
ΣΥΜΠTΩΜΑTΑ ΠΡOΣ ΕΠΙΒΛΕΨΗ
Είναι 3 τα συµπτώµατα τα οποία οι γυναίκες πρέπει να λαµβάνουν υπόψη τούς τα οποία αποτελούν πρόωρούς δείκτες παρούσίας καρκίνού της ωοθήκης:
1) φούσκωµένη κοιλιά
2) αεροφαγία
3) τάση για συχνή ούρηση
Tα παραπάνω τα ενστερνίζεται µια µελέτη δηµοσιευµένη στο περιοδικό JAMA.Σύµφωνα µε αµερικανούς γιατρούς, οι οποίοι συµµετείχαν στην παραπάνω έρευνα, αποτελούν συµπτώµατα τα οποία συχνά υποβαθµίζονται διότι θεωρούνται κοινά µε άλλα µικρότερων παθήσεων. Βέβαια λαµβανονται σοβαρά ύπόψη όταν παρουσιάζονται µαζί και ξαφνικά. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις δεν θεωρούνται αξιόλογα. Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα της εργασίας, παρούσιάζονταν στο 43% των γυναικών στις οποίες µετά την έρευνα διαγνώστηκε καρκίνος της ωοθήκης ενώ αντίθετα µόνο 8% των γυναικών πού τελικά αποδείχθηκαν υγιείς παρούσίαζε τα παραπάνω συµπτώµατα. Η διάγνωση πραγµατοποιείται µέσω πυελικής και γυναικολογικής εξέτασης (ψηλάφηση της κοιλίας). Στην κλινική εξέταση είναι σηµαντικά η ηλικία της ασθενούς, οι διαστάσεις και η υφή της ωοθήκης. Σε γόνιµη ηλικία η ωοθήκη είναι περίπού 3,5 cm, στην εµµηνόπαύση γίνεται ατροφική µετρώντας 2cm ενώ στην βαθιά εµµηνόπαύση µετρά λiγότερο από 2 cm.Οπότε, εάν ψηλαφιστεί η ωοθήκη µιας γόνιµης γυναίκας λoγικά θα αποδειχτεί φυσιολογική ενώ εάν παρουσιάζει τις ίδιες διαστάσεις σε µια γυναίκα σε εµµηνόπαυση, θα εκλαµβάνεται ως καρκίνωµα( όχι υποχρεωτικά κακοήθη).επίσης σε µια ηλικία που αντιστοιχεί σε εµµηνόπαυση ή στην περίοδο post-εµµηνόπαυσης η παρουσία µιας ωοθήκης σε θέση να ψηλαφιστεί από το γιατρό θεωρείται νεοπλασία. Κάτι αντίστοίχο θεωρείται, σε γόνιµη ηλικία, η παρουσία µιας ωοθήκης διαµέτρου µεγαλύτερης των 3,5 εκατοστών και συµπαγής υφής. Σε αυτές τις περιπτώσεις µια πιο λεπτή ανάλυση είναι αναγκαία. ο ενδοκοιλιακός υπέρηχος ή ο ενδοκολπικός καλύτερα, είναι πολύ χρήσιµος µερικές φορές συνδυαζόµενος µε τη µέτρηση του CAl25,ενός marker του πλασµατος, οι τιµές του οποίου µπορούν να είναι υψηλές σε διάφορες συνθήκες γυναικολογικού ή µη καρκίνου, όπως επίσης σε παθήσεις µη νεοπλαστικής φύσεως όπως χρόνιες ηπατοπάθειες και παγκρεατίτιδα. εκτός από τον υπέρηχο χρησιµοποιείται αξονική τοµογραφία, κλύσµα µε χρήση βάριου και µαγνητική τοµογραφία µε σκοπό την διαπίστωση εξάπλωσης του καρκίνου και της παρουσίας πιθανών µεταστάσεων στη κοιλιακή χώρα. Σε γενικές γραµµές όπως αναφέραµε η πυελική εξέταση ή ο καθορισµός των επιπέδων του CA125 καθώς και ο ενδοκολπικός υπέρηχος προσφέρουν επιπλέον πιθανότητες για πρόωρη διάγνωση καρκίνου της ωοθήκης η οποία όµως δεν δίνει ικανοποιητικές εγγυήσεις έτσι ώστε οι παραπάνω εξετάσεις να µπορούν να θεωρηθούν ως εκτεταµένο screening σε όλo το γυναικείο πληθυσµό. Aυτή η µέθοδος είναι ενδεδειγµένη σε Evα µικρό µέρος ατόµων µε κληρονοµικές µορφές καρκίνου της ωοθήκης και πραγµατοποιείται κάθε έξι µήνες µετά τα 30-35.
ΕΞΕΛΙΞΗ
Δυστυχώς ο καρκίνος της ωοθήκης δεν δίνει σηµάδια ύπαρξης µέχρι να φτάσει σε αξιοσηµείωτες διαστάσεις και αυτό επηρεάζει υπερβολικά το αποτέλεσµα των θεραπειών. Στα αρχικά στάδια δηλαδή όταν η νεοπλασία εντοπίζεται σε µια ή και στις δύο ωοθήκες, τo αποτέλεσµα µιας θεραπείας είναι ικανοποιητικό. Σύµφωνα µε την ετήσια έκθεση του 2006 της FlGO (διεθνής γυναικολoγική και µαιευτική οµοσπονδία)στα πρώιµα στάδια ( στάδιο I), η επιβίωση µετα από 5 χρόνια είναι στο 85% αυτό δεν συµβαίνει όµως στα επόµενα στάδια όπου η επιβίωση µετά την πενταετία πέφτει στο 50-30%.
ΠΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕTΑΙ
Οι γυναίκες που έχουν προσβληθεί από τον καρκίνο της ωοθήκης υποβάλλονται σε χειρουργική επέµβαση τo µέγεθος της οποίας εξαρτάται από τo µέγεθος της ασθέvειας, Παρόλo αυτά η χειρουργική επέµβαση δεν δίνει τη σιγουριά µη επανεµφάνισης του καρκίνου. Γι αυτό το λόγο συνίσταται κατόπιν επεµβάσεως µια χηµειοθεραπεία η οποία είναι τοσο σηµαντική οσο και η βαρύτητα του καρκίνου που έχει αφαιρεθεί. Υπάρχουν πολλές θεραπευτικές αγωγές εκ των οποίων οι πιο διαδεδοµένες είναι αυτές που χρησιµοποιούν ως βάση το paclitaxel ή το cisplatinο ή το carboplatinο.H ακτινοθεραπεία δεν χρησιµοποιείται σχεδόν ποτέ στη θεραπεία του καρκινώµατος της ωοθήκης εκτός και αν η χρήση της γίνει για καταπραυντικούς λόγους σε µεταστατικά σηµεία. Βρίσκονται υπό µελέτη διάφορα βιολογικά φάρµακα για τη θεραπεία του καρκίνου της ωοθήκης σε προχωρηµέvο στάδιο. Πρόκειται περισσότερο για ουσίες σε πειραµατικό στάδιο οι οποίες αποτελoύν ελπίδα για το µέλλον. Tο πιο µελετηµένο φάρµακο είναι το setuximab το οποίο θα µπορούσε να µειώσει τη διάδοση µερικών θετικών µορφών του υποδοχέα για ΕGFR.